Στους πρόποδες της Μυκηναϊκής Ακρόπολης του Θορικού, ο οποίος δεσπόζει στον φυσικό λιμένα του Λαυρίου, ανακαλύφθηκε ένα περίπλοκο δίκτυο από στοές, φρέατα και δωμάτια. Εξερευνήθηκαν και εξετάστηκαν επισταμένως περίπου 5 χιλιόμετρα υπεδάφιων αγωγών που είχαν σκαφτεί στο μάρμαρο και τους σχιστόλιθους της Αττικής. Οι στοές διαμορφώνουν λαβύρινθους πολύπλοκων μεταλλευτικών έργων το ύψος των οποίων συχνά δεν ξεπερνά τα 30 εκ. Μέχρι στιγμής αποτελεί το πιο εκτεταμένο υπεδάφιο δίκτυο που έχει διερευνηθεί σε αυτό το τμήμα του αιγαιακού κόσμου. Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν επίσης ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος (drone) προκειμένου να εντοπίσουν εγκαταστάσεις και λείψανα στην επιφάνεια του εδάφους, τα οποία σχετίζονται με τη μετάλλευση. Είναι η πρώτη φορά που μελετάται μια τόσο πολύπλοκη μεταλλευτική υποδομή.
Κάτω από το έδαφος η μορφολογία και η οργάνωση της μεταλλευτικής υποδομής επιτρέπουν τη διάκριση αρκετών φάσεων δραστηριότητας. Τα αρχαιολογικά δεδομένα που παρατηρήθηκαν και συλλέχθηκαν κατά την τελική φάση της ανασκαφικής περιόδου του 2015 (κεραμική και λίθινες σφύρες κατασκευασμένες από ιζηματογενή ηφαιστειακό λίθο) δείχνουν ότι η χρονολόγηση της μεταλλευτικής δραστηριότητας θα μπορούσε να ξεκινήσει από την Τελική Νεολιθική/Πρώιμη Ελλαδική: περίπου 3.200 π.Χ. Εάν οι μελλοντικές έρευνες επιβεβαιώσουν την αρχική χρονολόγηση, τότε θα αλλάξει ριζικά το χρονολογικό πλαίσιο της εξόρυξης των μεταλλευμάτων στην Αττική και τον αιγαιακό κόσμο γενικότερα. Η Κλασική φάση είναι σαφώς η πιο αξιοσημείωτη. Εντοπίζεται παντού και παρουσιάζει ενδιαφέρον ως προς την κανονικότητα των τομέων των κατατμημένων στοών που καλύπτουν ολόκληρη την περιοχή.
Οι δραστηριότητες αυτής της περιόδου τεκμηριώνονται από όστρακα κεραμικής και λύχνων, καθώς και από μία εγχάρακτη σε τοίχο και προσεγμένη επιγραφή. Τα χαρακτηριστικά αυτών των ιδιαιτέρως καλά οργανωμένων μεταλλευτικών έργων είναι αγωγοί κατασκευασμένοι με αιχμηρά εργαλεία, τετράγωνου σχήματος, με απόσπαση του βράχου σε διαδοχικά στάδια. Η συνέχιση των έργων στο τέλος της Κλασικής περιόδου (4ος αι. π.Χ.) χρονολογείται χάρις στα ίχνη των εργαλείων στις στοές και από τα όστρακα κεραμικής. Τα φρεάτια που ανακαλύφθηκαν εντός αυτού του δικτύου συνδέουν δύο κύρια επίπεδα ορυκτοποίησης και κατά συνέπεια εξόρυξης. Πρόκειται για άριστα γεωμετρικά αρχιτεκτονήματα, εκτελεσμένα με ακρίβεια χιλιοστού, η δυνατότητα υλοποίησης των οποίων παραμένει μέχρι στιγμής αντικείμενο περαιτέρω μελέτης. Σήμερα αυτά τα φρεάτια είναι προσβάσιμα μόνο με κατάλληλο σπηλαιολογικό εξοπλισμό. Ορισμένες από αυτές τις στοές έχουν παραμείνει ανέπαφες στα τελευταία 5.000 χρόνια. Άλλες, που τώρα δεν είναι προσβάσιμες, είναι πλήρεις υλικών από διαδοχικές φάσεις μετάλλευσης. Η εξέλιξη της έρευνας σε αυτές τις στοές παραμένει δύσκολη για τους έμπειρους αρχαιολόγους, που φέρουν υψηλής τεχνολογίας εξοπλισμό, σε μία αποπνικτική ατμόσφαιρα με θερμοκρασίες έως 21ºC.
Το μεταλλείο στον Θορικό είναι εξέχον όσο προς τη διαρρύθμισή του και την έκτασή του. Μέχρι τώρα οι αρχαιολόγοι μεταλλείων που εργάζονταν στην περιοχή του Λαυρίου δεν είχαν εξερευνήσει τόσο εντυπωσιακό δίκτυο στοών και μεταλλευτικών υποδομών. Καταδεικνύει τις φυσικές ικανότητες και δεξιότητες των αρχαίων μεταλλωρύχων που τους επέτρεψαν να αξιοποιήσουν αυτά τα πολύπλοκα κοιτάσματα και να εξασφαλίσουν την επεξεργασία τους εκτός του μεταλλείου από την Προϊστορική Εποχή.
Συμπερασματικά, η εκμετάλλευση αυτών των μεταλλείων αργύρου είχε ξεκινήσει ήδη από την 4η/3η χιλιετία π.Χ. και έως τον 5ο και 4ο αι. π.Χ. αποτελούσαν τη σημαντικότερη μεταλλευτική περιοχή της Ελλάδας και τη βάση της αθηναϊκής ηγεμονίας στον αιγαιακό κόσμο. Κατά τη διάρκεια της υπεδάφιας ερευνητικής περιόδου του 2015 προέκυψαν νέα στοιχεία για τις τεχνικές μετάλλευσης που είχαν αναπτυχθεί κατά τις πρώτες εποχές των μετάλλων σε αυτή τη στρατηγική ζώνη της ανατολικής Μεσογείου.