Βικτόρια Χίσλοπ: “Η Αττική δεν εφησυχάζει ποτέ – συνεχώς εξελίσσεται, εδώ υπάρχει πάντα κάτι νέο αλλά και το αρχαίο για να κρατηθείς”

Perifereia_Attikis_Victoria_Hislop_credits_Bill_Waters

Συνέντευξη με την βραβευμένη Βρετανίδα συγγραφέα, κα Βικτόρια Χίσλοπ:

Perifereia_Attikis_Victoria_Hislop_credits_Bill_Waters

“Η Αττική δεν εφησυχάζει ποτέ – συνεχώς εξελίσσεται, εδώ υπάρχει πάντα κάτι νέο αλλά και το αρχαίο για να κρατηθείς”

Η Βικτόρια Χίσλοπ γεννήθηκε στο Λονδίνο, σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στην Οξφόρδη και εργάστηκε στον χώρο των εκδόσεων, των δημοσίων σχέσεων αλλά και της δημοσιογραφίας, προτού στραφεί στη συγγραφή. Από την πρώτη επίσκεψή της στην Ελλάδα – τη χώρα που έμελλε να γίνει σταθερή πηγή έμπνευσης για εκείνη – έως σήμερα, έχει γράψει μια σειρά από διεθνώς επιτυχημένα μυθιστορήματα με «άρωμα» Ελλάδας. Το Νησί (2005) έχει πουλήσει πάνω από έξι εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως και έχει μεταφραστεί σε 40 γλώσσες. Μάλιστα, το διεθνές μπεστ σέλερ κατατάχθηκε ανάμεσα στα 100 βιβλία που καθόρισαν τη δεκαετία. Η Βικτόρια Χίσλοπ αναδείχθηκε κορυφαία Πρωτοεμφανιζόμενη Συγγραφέας στα British Book Awards 2007, ενώ τα μυθιστορήματά της Το Νήμα και Οι Καρτ Ποστάλ μπήκαν στη βραχεία λίστα των British Book Awards. Το βιβλίο της Όσοι Αγαπιούνται που κυκλοφόρησε το 2019 κατέλαβε κατευθείαν την πρώτη θέση στη λίστα της Sunday Times με τα πιο ευπώλητα βιβλία, τόσο σε σκληρόδετη έκδοση όσο και με μαλακό εξώφυλλο. Το τελευταίο της μυθιστόρημα Μια Νύχτα του Αυγούστου, η συνέχεια του βιβλίου Το Νησί, έχει παραμείνει επί πολλές εβδομάδες στις λίστες με τα βρετανικά μπεστ σέλερ από τη στιγμή της έκδοσής του, τον Οκτώβριο του 2020. Η Βικτόρια Χίσλοπ έλαβε τιμητικά την Ελληνική υπηκοότητα τον Ιούλιο του 2020, για τη συμβολή της στην ανάδειξη της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού.

1. Κυρία Χίσλοπ, η μεγάλη αγάπη που τρέφετε για την Ελλάδα αντανακλάται στα βιβλία σας. Πώς ξεκίνησε αυτή η αγάπη και τι είναι αυτό που σας γοητεύει περισσότερο στη χώρα αυτή;

Όλα ξεκίνησαν όταν επισκέφτηκα για πρώτη φορά την Ελλάδα σε ηλικία δεκαεφτά χρόνων. Ήρθα για μία εβδομάδα στην Αθήνα με τη μητέρα και την αδερφή μου και αμέσως μετά πήγαμε στην Πάρο για άλλη μία εβδομάδα. Ήταν έρωτας απ’ την πρώτη ματιά και με τα δύο αυτά μέρη! Ήταν το 1977 – στην Αθήνα είχε πολλή ζέστη και σκόνη, δεν υπήρχε ακόμα το μετρό – και απ’ όσο θυμάμαι ελάχιστα πράγματα ήταν γραμμένα στα Αγγλικά. Οπότε χαθήκαμε πολλές φορές, αλλά παρ’ όλα αυτά περάσαμε υπέροχα. Και η Πάρος ήταν παραδεισένια – θυμάμαι το πρώτο μου μπάνιο στο Αιγαίο Πέλαγος – η θάλασσα ήταν πραγματικά απίστευτη, ζεστή, καταγάλανη και καθαρή.

Αυτό που με συναρπάζει είναι το πώς η Ελλάδα περνάει μέσα από ταραγμένες ιστορικές περιόδους και επιβιώνει, με τους ανθρώπους της να βγαίνουν εμφανώς πιο δυνατοί από ποτέ. Συγκριτικά με τον σχετικά ήσυχο 20ό αιώνα του Ηνωμένου Βασιλείου, η Ελλάδα είχε να αντιμετωπίσει συνεχείς προκλήσεις – κατοχή, εμφύλιο πόλεμο, δικτατορίες, σεισμούς – τόσα πολλά σημαντικά γεγονότα.

2. Πώς επιλέγετε τα θέματα των βιβλίων σας;

Τα θέματα που επιλέγω είναι γενικότερα περίοδοι δυσκολιών, προκλήσεων ή ακόμα και τραγωδιών. Εστιάζω στις συνέπειες όλων αυτών – και στο πώς τις ξεπέρασαν οι άνθρωποι. Κάθε μυθιστόρημα που έχω γράψει ξεπήδησε από μια συγκεκριμένη στιγμή έμπνευσης που με τράβηξε στο βασικό θέμα: μια επίσκεψη στη Σπιναλόγκα (Το Νησί), μια στιγμή στη Θεσσαλονίκη που με έφερε μπροστά στο μνημείο για τους Έλληνες Εβραίους που χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα (Το Νήμα), η θέα της Μακρονήσου από μακριά που με έσπρωξε να μάθω περισσότερα για τον εμφύλιο πόλεμο (Όσοι Αγαπιούνται).

3. Με τι ασχολείστε αυτόν τον καιρό και ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;

Αυτή τη στιγμή εξακολουθώ να προωθώ το νέο μου βιβλίο, τη συνέχεια του βιβλίου Το Νησί. Ονομάζεται Μια Νύχτα του Αυγούστου και έχω ήδη διοργανώσει πολλές online εκδηλώσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ σύντομα θα κυκλοφορήσει και στην Ελλάδα – όταν ανοίξουν και πάλι τα βιβλιοπωλεία. Επίσης, συμμετέχω ως σύμβουλος σεναρίου στην τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου μου Οι Καρτ Ποστάλ που ετοιμάζεται για την ΕΡΤ.

4. Πείτε μας δυο λόγια για την απόφασή σας να ενοικιάσετε διαμέρισμα στην Αττική, για τη γειτονιά σας και τη σχέση σας με τους κατοίκους της περιοχής, για την καθημερινότητά σας εδώ…

Ενοικιάζω ένα διαμέρισμα στα Κάτω Πατήσια. «Βλέπει» σε μια κατάφυτη πλατεία με δύο καφετέριες, η οποία σε κανονικές συνθήκες (προ και μετά Covid εποχές) είναι γεμάτη κόσμο, μέρα και νύχτα. Παιδιά παίζουν ποδόσφαιρο, ηλικιωμένοι συζητούν καθισμένοι στα παγκάκια και τη νύχτα η πλατεία γίνεται τόπος συνάντησης για παρέες εφήβων. Πηγαίνω για ψώνια στο σούπερ μάρκετ της γωνίας και μετά κατευθείαν για επίσκεψη σε ένα πολύ αγαπημένο μου πρόσωπο: τη Γεωργία – πάντα κάνουμε όμορφες συζητήσεις και της πηγαίνω τα βιβλία μου μόλις κυκλοφορήσουν. Επίσης, το καλύτερο κομμωτήριο της Αθήνας βρίσκεται δύο λεπτά με τα πόδια από το σπίτι μου – η Μαρία είναι μια ιδιοφυία με σεσουάρ και όση ώρα κάθομαι εκεί μαθαίνω τα τελευταία κουτσομπολιά, καθώς πάντα έχει μια στοίβα περιοδικά OK και Hello. Και συζητάμε. Είναι πολύ γλυκός άνθρωπος, εκτός από εξαιρετική στη δουλειά της.

5. Έχετε ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο και έχετε έρθει σε επαφή με διαφορετικούς πολιτισμούς. Τι είναι αυτό που κάνει την Αττική να ξεχωρίζει, κατά τη γνώμη σας… και που καθιστά τον πολιτισμό και την ιστορία της πηγή έμπνευσης για τα βιβλία σας;

Πράγματι, έχω ταξιδέψει πολύ (υπήρξα ταξιδιωτική συντάκτης…) αλλά η Αττική είναι καλύτερη από οποιοδήποτε άλλο μέρος. Έχει «πολιτισμό» με όλες τις έννοιες της λέξης – από αρχαίο έως σύγχρονο, αλλά και αυτό που εγώ θεωρώ «ζωντανό πολιτισμό», το εδώ και το τώρα. Και όταν βρίσκομαι στην Αθήνα, για παράδειγμα, έχω πάντα επίγνωση των ιστορικών της μνημείων – άλλωστε βρίσκονται παντού – αλλά εξίσου συναρπαστικά είναι όλα τα νέα μέρη που εμφανίζονται συνεχώς – για φαγητό και ποτό – πολλά από τα οποία έχουν πολύ μοντέρνα και πρωτότυπη αισθητική. Η Αττική δεν εφησυχάζει ποτέ – συνεχώς εξελίσσεται, εδώ υπάρχει πάντα κάτι νέο αλλά και το αρχαίο για να κρατηθείς.

6. Πώς θα περιγράφατε τον τόπο αυτόν σε κάποιον που είναι ακόμα… «αμύητος» στην ομορφιά του;

Πρόκειται για μια ομορφιά που δεν γίνεται αντιληπτή μόνο με τα μάτια. Έχει μυρωδιές, γεύσεις και ήχους – αλλά και αγγίγματα. Η αίσθηση της ζεστασιάς στο δέρμα, από το ξεκίνημα της ημέρας και αργά το βράδυ, είναι κάτι που λατρεύω. Νομίζω ότι και με κλειστά μάτια θα ήξερα ότι βρίσκομαι στην Αττική.

7. Ποια είναι η γνώμη σας για το τουριστικό σλόγκαν της Περιφέρειας Αττικής «Attica – Greece in a Snapshot»; Ποια είναι τα δικά σας αγαπημένα στιγμιότυπα-εικόνες της Αττικής;

Σίγουρα ο Ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο – κατά κάποιο τρόπο, η εγγύτητά του στη θάλασσα τον κάνει το πιο όμορφο μέρος σε ολόκληρη την περιφέρεια! Εδώ συναντάς και την αρχαία ιστορία και τη δύναμη της φύσης.

8. Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της σύγχρονης Αττικής στην προσέλκυση επισκεπτών όλων των ηλικιών και ταξιδιωτικών προτιμήσεων, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους;

Διαθέτει θάλασσα και βουνά, πόλεις και χωριά – κι αυτό πιστεύω ότι την καθιστά ιδανικό προορισμό για τον επισκέπτη. Ελάχιστα μέρη είναι τόσο πλούσια σε ιστορικά μνημεία, όπου μπορείς να πας στην παραλία, να ξαπλώσεις στην αμμουδιά και να κολυμπήσεις στη θάλασσα μετά από μια πρωινή επίσκεψη στα πιο διάσημα αξιοθέατα και μουσεία του κόσμου! Τι τέλειος συνδυασμός. Είναι πολύ σπάνιο να βρεις πρωτεύουσα τόσο κοντά στη θάλασσα!

9. Πόλη ή εξοχή; Βουνό ή θάλασσα; Ενδοχώρα της Αττικής ή κάποιο νησί του Αργοσαρωνικού; Μπορείτε να μας χαρτογραφήσετε τους αγαπημένους σας προορισμούς στην Αττική;

Αγαπώ την Πάρνηθα, αγαπώ την παραλία της Βούλας, αγαπώ τις Σπέτσες. Όλα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους. Αλλά αν είχα δύο μόνο μέρες στην Αττική, θα έκανα περιπάτους στους δρόμους της Αθήνας ή θα καθόμουν σε κάποιο café παρακολουθώντας τον κόσμο να περνάει.

10. Ποια χρώματα, αρώματα και γεύσεις σάς φέρνει στο μυαλό η λέξη «Αττική»;

Το άρωμα του δυνατού καφέ νωρίς το πρωί, το γαλάζιο της θάλασσας, οι γεύσεις της σπιρτόζας φέτας και της γλυκιάς ντομάτας με λίγο πιπεράτο ελαιόλαδο – και βέβαια ένα ποτήρι δροσερό Ασύρτικο.

Φωτογραφία: Bill Waters