Από τα τέλη του 7ου – αρχές 6ου αιώνα π.Χ. η ζωή στο νησί μετατίθεται στο βόρειο τμήμα και συγκεκριμένα στην περιοχή του ακρωτηρίου της σημερινής Πούντας Αμπελακίων. Η αρχαία Κόλουρις διέθετε περίβολο, τείχη και αρχαία οικοδομήματα, τα οποία σχετίζονται με τα Αγοράς Ερείπια που κατέγραψαν οι αρχαίοι συγγραφείς Παυσανίας και Στράβων και συχνά έρχονται στο φως από τις ανασκαφές που διενεργούνται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων που υπάγεται η Σαλαμίνα. Η αρχαία αυτή πόλη διέθετε όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για να γίνει κομμάτι της ξακουστής Αθήνας του Χρυσού Αιώνα του Περικλή: το απάνεμο λιμάνι της, η εύφορη κοιλάδα πλησίον της και η εύκολη επαφή της με το λιμάνι του Πειραιά οδήγησαν στη δημιουργία ενός εμπορικού σταθμού ανταλλαγής αγαθών και ενός ναυτιλιακού χώρου στάθμευσης και κατασκευής των τριήρεων του αθηναϊκού στόλου.
Όλα τα παραπάνω οδήγησαν τη Σαλαμίνα σε μεγάλη ακμή, γεγονός που καταδεικνύεται και από το δικαίωμα που απέκτησε να κόψει δικό της νόμισμα τον 4ο αι. π.Χ. Στο μεταίχμιο του 1ου π.Χ. – 1ου μ.Χ. οι Ρωμαίοι επιτίθενται σε παράκτιες περιοχές και η ζωή στην πόλη καθίσταται επισφαλής. Οι κάτοικοι την εγκαταλείπουν και εγκαθίστανται βόρεια του βραχώδους λόφου του Προφήτου Ηλία και σε περιοχή αθέατη από τη θάλασσα. Η αρχαία αυτή πόλη θεωρείται ότι συνοικίστηκε μετά την προσάρτηση του νησιού στο Κράτος των Αθηνών ή ότι ο από τότε κάποιος οικισμός που πιθανώς προϋπήρχε εκεί, αναπτύχθηκε σε πόλη, στην πόλη που κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. μνημονεύεται ως Κόλουρις και ταυτίζεται με την πόλη της Σαλαμίνας των ιστορικών χρόνων. Υστεροελλαδικά ευρήματα υπάρχουν στη θέση «Καμίνια», στον απέναντι από την Πούντα βραχίονα του όρμου του Αμπελακίου, στη βάση του ακρωτηρίου της Κυνόσουρας, τα οποία ευρήματα σχετίζονται με κάποιο οικισμό που λανθάνει στα Σελήνια. Μετά την κατάκτηση του νησιού από την εγκατάσταση Αθηναίων Δημοτών και Αθηναϊκής Διοίκησης, ο όρμος του Αμπελακίου με τη μικρή κοιλάδα του και την επαφή με το λιμάνι του Πειραιά έδωσε τη δυνατότητα να εγκατασταθεί εκεί το δημιουργούμενο αστικό κέντρο όλου του νησιού και να σχηματισθεί εκεί η ξακουστή πόλη του Χρυσού Αιώνα του Περικλή (5ος π.Χ.) και ο όρμος αυτός να γίνει λιμάνι επικοινωνίας, εμπορικός σταθμός και ανταλλαγής αγαθών.
Επιβεβαίωση της ακμής της πόλης αποτελούν και τα ευρήματα της ανασκαφής που διενήργησε το 1918 ο Αντώνιος Κεραμόπουλος. Αποκαλύφθηκαν μέρος του τείχου της πόλης με πέντε πύλες, βάθρα ανασθημάτων, θραύσματα αναθηματικών αγγείων κ.ά. Επιγραφές μάς πληροφορούν ότι τα τείχη της Σαλαμίνας επισκευάστηκαν μεταξύ των ετών 307 π.Χ. και 304 π.Χ. Επίσης γύρω στο 130 π.Χ. οικοδομήθηκε ένας από τους τοίχους της Στοάς, επισκευάστηκαν τα ιερά και επικοσμήθηκαν διάφορες θέσεις της πόλης. Υπολείμματα Μακεδονικού Καμαρωτού Τάφου μαρτυρούνται ανατολικά της Παναγίας του Αμπελακίου στα δεξιά του δρόμου. Εκεί παρατηρήθηκαν τάφος γεμάτος από απανθρακωμένα ανθρώπινα οστά. Η συσσώρευση αυτή των απανθρακωμένων ανθρώπινων οστών μαρτυρεί ενταφιασμό λειψάνων, ύστερα από πολεμική ενέργεια ή επιδημία και σίγουρα φανερώνει μια οδυνηρή περιπέτεια για τους κατοίκους της Σαλαμίνας των ελληνιστικών χρόνων. Τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους έρχεται ο Παυσανίας να επισκεφτεί την αρχαία πόλη της Σαλαμίνας, να ικανοποιήσει τη φιλοπεριέργειά του και να μας καταγράψει όλα αυτά τα ερείπια τα οποία συνιστούσαν την ακμή της πόλης των ιστορικών χρόνων. Ο Παυσανίας βρήκε την πόλη ερειπωμένη.
Οι κάτοικοι της αρχαίας πόλης της Σαλαμίνας αναγκάστηκαν να μετακινηθούν προς τα ενδότερα του νησιού. Έτσι πολλοί από αυτούς κατοίκησαν στην αθέατη από τη θάλασσα πλευρά για λόγους ασφαλείας του Προφήτη Ηλία στη σημερινή πόλη της Σαλαμίνας και πήραν μαζί τους και το τοπωνύμιο Κόλουρις, το οποίο σήμερα έχει εξελιχθεί σε Κούλουρη. Κατοίκησαν επίσης και την εύφορη κοιλάδα του Μουλκίου και της Κακή Βίγλας. Το προβληματικό ερείπιο της Φραγκοκλησσιάς (Αγίας Τριάδος 65 στο Αμπελάκι) αποτελεί λείψανο πιθανότατα ρωμαϊκών χρόνων, με έναν λίθινο κίονα όρθιο στην αυλή μιας σύγχρονης κατοικίας και δύο ιωνικά κιονόκρανα στον χώρο του, των οποίων η τύχη αγνοείται. Απ’ όλα όσα αναφέραμε γίνεται κατανοητό ότι η αρχαία πόλη της Σαλαμίνας αποτελούσε έναν από τους πλέον σημαντικούς οικονομικούς και εμπορικούς σταθμούς της αρχαιότητας και διαδραμάτιζε ρόλο στην ευρύτερη περιοχή.
Ανασκαφές που τακτικά εκτελεί η Β’ Εφορεία Αρχαιοτήτων φέρνουν στο φως σημαντικές αρχαιότητες. Ένα από τα τελευταία ευρήματα είναι ένα ψηφιδωτό της Δρυίδος, καθώς επίσης και λείψανα οικιών που διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση, με εσωτερικές αυλές, πηγάδια και λουτρικές εγκαταστάσεις. Οι τάφοι είναι κυρίως λακκοειδείς και κιβωτιόσχημοι και σπάνια κεραμοσκεπείς. Διαπιστώνουμε λοιπόν πως τα ευρήματα θα είναι ανεξάντλητα και θα δώσουν την πρέπουσα θέση προβολής της Αρχαίας Σαλαμίνας. Κατά τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους η ζωή είχε πια μετατοπιστεί στην περιοχή της Ζωοδόχου Πηγής, στις δύο μικρές κοιλάδες που διαμορφώνονται βόρεια και νότια του ορεινού όγκου του Μαυροβουνίου στο Μούλκι και, τέλος, στα Βασιλικά, στα βορειοδυτικά δηλαδή του νησιού. Εξάλλου, κατά τους ελληνιστικούς, τους ρωμαϊκούς και τους χρόνους της ύστερης αρχαιότητας είχε αναπτυχθεί στις περιοχές αυτές αξιόλογη οικιστική δραστηριότητα.