Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο με έδρα την Αθήνα είναι ένα από τα εθνικά μουσεία της χώρας και ένα από τα σημαντικότερα μουσεία διεθνώς για την τέχνη και τον πολιτισμό των βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων. Ιδρύθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα (1914) με σκοπό τη συλλογή, μελέτη, διατήρηση και έκθεση της βυζαντινής και μεταβυζαντινής πολιτιστικής κληρονομιάς στην ελληνική επικράτεια. Η συλλογή του Μουσείου περιέχει σημαντικό αριθμό αντικειμένων (περίπου 30.000) όπως φορητές εικόνες, γλυπτά, κεραμικά, εκκλησιαστικά υφάσματα, ζωγραφικά έργα, μικροτεχνία και αρχιτεκτονικά μέλη (τοιχογραφίες και ψηφιδωτά). Όλα είναι καταγεγραμμένα, ταξινομημένα χρονολογικά, κατά υλικό και θεματικά, και ψηφιοποιημένα με ηλεκτρονικά συστήματα καταγραφής. Όσα δεν εκτίθενται στη μόνιμη έκθεση φυλάσσονται σε ιδανικές συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας σε σύγχρονες αρχαιολογικές αποθήκες. Κάθε αντικείμενο που εκτίθεται στο μουσείο μπορεί να προσφέρει στον θεατή γνώση, ιστορικές και αρχαιολογικές πληροφορίες, αλλά κυρίως στοιχεία για τον πολιτισμό που το δημιούργησε.
Η τοποθέτηση των αντικειμένων σε ένα μουσείο μοιάζει στατική: το κάθε αντικείμενο έχει τη θέση του ανάμεσα σε συναφή συνήθως και συνομήλικά του αντικείμενα που μιλούν για μια ιστορική πτυχή και μια χρονική στιγμή του παρελθόντος. Αυτή όμως είναι η «μισή» αλήθεια, καθώς τα ίδια αυτά μουσειακά αντικείμενα μπορούν να ιδωθούν με άλλη ματιά, να επιλεγούν με άλλα κριτήρια, να ενταχθούν σε άλλα συμφραζόμενα και να διηγηθούν τελικώς και άλλα αφηγήματα που σχετίζονται με «αόρατες» ή λιγότερο γνωστές πτυχές της ζωής στα βυζαντινά και μεταβυζαντινά χρόνια Η μόνιμη συλλογή του Μουσείου διαμορφώνεται σε δύο κύρια μέρη: το πρώτο μέρος είναι αφιερωμένο στη Βυζαντινή περίοδο (από τον 4ο έως τον 15ο αιώνα μ.Χ.) και περιέχει 1.200 εκθέματα και το δεύτερο μέρος με τίτλο «Από το Βυζάντιο στη νεότερη εποχή» παρουσιάζει 1.500 εκθέματα από τον 15ο έως τον 20ό αιώνα.