Λαγονήσι, Σαρωνίδα, Σούνιο, Λαύριο, Θορικό, Άγιος Κωνσταντίνος, Ανάβυσσος
Μία μεγάλη διαδρομή που υλοποίησή της απαιτεί τη χρήση ΙΧ αυτοκινήτου και βεβαίως μπορεί να διαρκέσει και περισσότερο από μία ημέρα αν ο επισκέπτης το επιθυμεί. Πρόκειται για ένα road trip στις νότιες παραλίες της Αττικής, στους ιστορικούς χώρους του Σουνίου και του Θορικού, στο Γεωπάρκο της Λαυρεωτικής και στον Εθνικό Δρυμό του Σουνίου. Η παραλιακή περιοχή αποτελεί αγαπημένο προορισμό ξεκούρασης και αναψυχής των Αθηναίων ενώ συνολικά η διαδρομή βρίθει μνημείων, εκκλησιών, αρχαιολογικών χώρων, παραλιών, κλπ. ενώ ο Εθνικός Δρυμός και το Γεωπαρκό εμπλουτίζουν σημαντικά την ταυτότητα της διαδρομής.
Η διαδρομή υλοποιείται μέσω των επόμενων τοπόσημων. Η σειρά των τοπόσημων σηματοδοτεί και την κατεύθυνση της διαδρομής.
Παρατήρηση: O προσανατολισμός και η ασφάλεια του περιπατητή/περιηγητή είναι αποκλειστικά δική του ευθύνη. Η παρούσα περιγραφή, τα σχετικά ίχνη (gpx) και το λοιπό ενημερωτικό υλικό είναι απλώς υποβοηθητικά. Ο πρέπων εξοπλισμός είναι απαραίτητος ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και τον χαρακτήρα της διαδρομής.
Κύρια τοπόσημα:
Ξεκινάμε την περιήγησή μας από το όμορφο Λαγονήσι. Θα το συναντήσουμε περίπου 30 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Αθήνας Πρόκειται για μια χερσόνησο μήκους 900 μέτρων στις ανατολικές ακτές του Σαρωνικού κόλπου. Εδώ θα βρούμε μεγάλες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, οργανωμένες αλλά και ελεύθερες παραλίες, μόνιμες και παραθεριστικές κατοικίες και φυσικά ενδιαφέροντα εστιατόρια με φρέσκο ψάρι.
Συνεχίζουμε νότια προς την Σαρωνίδα. Η ονομασία της προέρχεται από τον Σαρωνικό Κόλπο, όπου έχει θέα ο παραθαλάσσιος οικισμός. Η περιοχή παρουσιάζει σημαντική τουριστική κίνηση και έχει μεγάλο αριθμό καλοκαιρινών κατοικιών λόγω της μεγάλης και αμμώδους παραλίας της. Εκτείνεται από το Λαγονήσι έως και τους ορεινούς όγκους του Λαυρεωτικού Ολύμπου, και μέχρι την Ανάβυσσο. Με μέτωπο προς τη θάλασσα και την κλιμακούμενη κλίση των εδαφών της προς το βουνό Όλυμπο, αποτελεί ένα από τα φυσικά μπαλκόνια της Αττικής γης Η Σαρωνίδα ξεχωρίζει για την σύγχρονη ρυμοτομία της, τις προσιτές της παραλίες, τα ιστορικά της πολυβολεία, που κουβαλούν ακόμα μνήμες άλλων εποχών και το παραθαλάσσιο μονοπάτι της, που έχει μήκος 3,5 χιλιόμετρα και είναι χαραγμένο όλο δίπλα στην υπέροχη θάλασσα του Σαρωνικού. Φτιαγμένο αλλού με χώμα, αλλού με πέτρα, αλλού με τσιμέντο, με βράχο ή με γρανίτη, το παραθαλάσσιο μονοπάτι της Σαρωνίδας είναι ένα πραγματικά ιδιαίτερο μέρος, που θα το απολαύσουμε.
Νότια και ανατολικά της Σαρωνίδας βρίσκεται η περιοχή της Αναβύσσου, ο επόμενος σταθμός μας. Η παραλία της Αναβύσσου, μπροστά από τις αλυκές, είναι ιδιαίτερα γνωστή και δημοφιλής για όσους κάνουν σέρφινγκ. Χαρακτηριστικό της Αναβύσσου είναι η έκταση, στην οποία υπήρχαν αλυκές. Το Παράκτιο Έλος Αλυκών Αναβύσσου καταλαμβάνει έκταση περίπου 586 στρεμμάτων. Η λεωφόρος Αθηνών – Σουνίου χωρίζει τον υγρότοπο από την παραλιακή ζώνη. Εδώ έβγαινε κάποτε το καλύτερο αλάτι της Ελλάδας Οι χαρτογράφοι, ήδη από το 1520 είχαν μιλήσει για το αλάτι που έβγαζαν οι άνθρωποι στον τόπο αυτό. Στην αρχή πρωτόγονα. Μετά φτιάχτηκαν τα κανάλια που έφερναν χειμώνα το νερό στους λάκκους και τις δεξαμενές, τις «θερμάστρες» και τις «τροφούς» και που το καλοκαιράκι το έκαναν να μεταμορφώνεται σε μεγάλους λευκούς κρυστάλλους, το αλάτι. Οι πρόσφυγες της Μικρασίας, που ήρθαν μετά την καταστροφή της Σμύρνης, ήξεραν να δουλεύουν το αλάτι. Βοήθησαν και έκαναν τις Αλυκές Αναβύσσου να ακμάσουν. Μέχρι το 1968, που τ’ αλάτι άφησε για πάντα τον τόπο της Αναβύσσου. Σήμερα το έλος λειτουργεί ως φυσική λεκάνη υποδοχής όμβριων υδάτων και πλημμυρίζει εποχικά ή εφήμερα. Από το 2018, απαγορεύεται η δόμηση, η επιχωμάτωση, η άσκηση οχλουσών δραστηριοτήτων και κάθε δραστηριότητα που υποβαθμίζει την οικολογική κατάστασή του.
Στον δρόμο Αναβύσσου – Σουνίου θα συναντήσουμε την Παλαιά Φώκαια. Είναι ένας ακόμα παραθαλάσσιος οικισμός της Ανατολικής Αττικής, που δημιουργήθηκε από Μικρασιάτες πρόσφυγες από την Παλαιά Φώκαια της Μικράς Ασίας. Οι Φωκαείς, ξακουστοί θαλασσοπόροι και έμποροι ξεριζώθηκαν από την πατρίδα τους, αρχικά το 1914 και στη συνέχεια το 1922, όπου οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή. Οι οικογένειες των Φωκιανών μαζί με τους γηγενείς Σαρακατσάνους έφτιαξαν τη νέα τους πατρίδα. Στην εξέλιξη των εποχών κι άλλοι άνθρωποι βρέθηκαν στην Παλαιά Φώκαια, απέκτησαν γη και έχτισαν σπίτια. Αγάπησαν τον τόπο και συνέβαλαν και αυτοί με τη σειρά τους στην ανάπτυξη της περιοχής. Έτσι δημιουργήθηκαν οικισμοί όπως το Θυμάρι, το Καταφύγι, ο Οικισμός της Αγροτικής Τράπεζας ΑΤΕ και ο Όρμος της Καταφυγής. Το εντυπωσιακά δαντελωτό παραλιακό μέτωπο της Φώκαιας, η πρώτη θέαση του ναού του Ποσειδώνα σε μια μαγευτική στροφή, το Πυργάκι με τα ερείπια του μεσαιωνικού πυργίσκου και το εντυπωσιακό φυσικό τοπίο, το πεζοπορικό μονοπάτι απ’ την παραλία μέχρι τον προφήτη Ηλία στον Δρυμό του Σουνίου, το γραφικό λιμανάκι με το θεατράκι, το φρέσκο ψάρι στις ψαροταβέρνες στην ακροθαλασσιά, είναι τα ιδιαίτερα αξιοθέατα που αξίζει να επισκεφθούμε στην Παλαιά Φώκαια.
Μία από τις ομορφότερες περιοχές της Παλαιάς Φώκαιας, είναι και ο οικισμός του Θυμαριού, που πήρε το όνομά του από τις γεμάτες με θυμάρι πλαγιές του. Η μοναδική θέα στον Σαρωνικό από τις πλαγιές του, το πράσινο αλλά και οι υπέροχες παραλίες, μας καλούν να το επισκεφθούμε Στο βόρειο άκρο της παραλίας Θυμάρι, βρίσκεται ένας μικροσκοπικός βραχώδης κόλπος που δεν είναι ορατός από τον δρόμο. Με ψιλό λευκό χαλίκι, άμμο και γαλαζοπράσινα νερά, είναι ένα μικρό και ήσυχο καταφύγιο, ιδανικό για ξεκούραση, πικ νικ και βουτιές.
Στο δρόμο Θυμάρι – Σούνιο θα συναντήσουμε το Ακρωτήριο Άκρα Καταφυγή με θέα το νησάκι Πάτροκλος. Ο Πάτροκλος ή Γαϊδουρονήσι είναι ένας βραχώδης όγκος στον Σαρωνικό Κόλπο, έκτασης 2.800 στρεμμάτων, με το υψηλότερο σημείο του να ανέρχεται σε υψόμετρο 240 μέτρων. Βρίσκεται κοντά στην ακτή, σε απόσταση 850 μέτρων Αναφέρεται και από τον Παυσανία. Δεν φαίνεται να κατοικήθηκε ποτέ στο διάβα των αιώνων, παρά την κοντινή του πρόσβαση στην ακτή. Σε αντίθεση με όσα λαθεμένα νομίζουν κάποιοι, η ονομασία του νησιού δεν σχετίζεται με τον γνωστό σύντροφο του Αχιλλέα από την «Ιλιάδα», αλλά με τον ναύαρχο Πάτροκλο, ο οποίος ήταν ηγέτης του αιγυπτιακού στόλου στην Ελληνιστική Εποχή. Έχει υπαχθεί σε ζώνη προστασίας από το1982, και το 1998 ανακηρύχθηκε επισήμως αρχαιολογικός χώρος.
Σε λίγα χιλιόμετρα φθάνουμε στο ακρωτήριο Σούνιο ή Κάβο κολώνες ή Καβοκολώνες, που βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο στην εσχατιά του νομού Αττικής και αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς τόπους της Ελλάδας. Τα παράλιά του είναι βραχώδη και απότομα. Υψώνεται σχεδόν κάθετα από την θάλασσα σε μεγάλο ύψος σχηματίζοντας στους πρόποδες δυο μικρούς όρμους. Το Σούνιο είναι ξακουστό από τα ομηρικά χρόνια. Ο Όμηρος το ονομάζει «Σούνιον ιερόν». Στη αρχαϊκή περίοδο αναπτύχθηκε το ιερό του Σουνίου, κάτι που αποδεικνύεται από τους κολοσσιαίους κούρους που είχαν στηθεί εκεί. Βρέθηκαν τρεις, που βρίσκονται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Εκείνη τη περίοδο, φαίνεται, κτίστηκε και ο ναός της Αθηνάς Σουνιάδος σε χαμηλότερο γειτονικό λόφο. Ο πρώτος πώρινος Ναός του Ποσειδώνα χτίστηκε στις αρχές του 5ου αιώνα, αλλά καταστράφηκε από τους Πέρσες πριν ολοκληρωθεί. Το 444 π.Χ οι Αθηναίοι έκτισαν τον νεότερο ναό του Ποσειδώνα, του οποίου σήμερα θαυμάζουμε τα ερείπια. Βρίσκεται πάνω από τη θάλασσα σε ύψος σχεδόν 60 μέτρων. Χτισμένος την ίδια εποχή με τον Παρθενώνα, στη διάρκεια του Χρυσού Αιώνα του Περικλή, δεν ήταν απλώς ένας τόπος λατρείας του θεού της θάλασσας, προς τιμήν του οποίου, στο εσωτερικό του ναού, δέσποζε επιβλητικό άγαλμα του Ποσειδώνα με ύψος περισσότερο από 6 μέτρα. Η περίοπτη θέση του πάνω από τη θάλασσα στο νοτιοανατολικό άκρο της Αττικής έκανε το ναό για τους ναυτικούς σημάδι ότι βρίσκονταν κοντά στον Πειραιά. Το σχέδιο του ναού είναι τυπικό εξάστυλο, δηλαδή είχε μπροστινή στοά με έξι κίονες. Μόνο μερικές κολώνες του ναού του Σουνίου υπάρχουν μέχρι σήμερα, αλλά όταν ήταν άθικτος θα έμοιαζε πολύ με τον σύγχρονο και καλοδιατηρημένο Ναό του Ηφαίστου κάτω από την Ακρόπολη.
Το Σούνιο οχυρώθηκε κατά το 9ο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου για την προστασία της διέλευσης των πλοίων, που εφοδίαζαν την Αθήνα με τρόφιμα. Τα τείχη του, τμήματα των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα, είχαν πάχος 3,5 μ. και περιέκλειαν κυκλικά το χώρο σε περιφέρεια 500 μ. ενώ, ανά 20 μέτρα, το τείχος εκείνο έφερε προστατευτικούς τετράγωνους πύργους. Ερείπια σώζονται και από το αρχαίο λιμάνι, που βρισκόταν στη σκιά του Ποσειδώνα. Στο χώρο θα θαυμάσουμε και τον μεγάλο ιωνικό ναό της Αθηνάς, καθώς και έναν μικρότερο δωρικού ρυθμού. Χτίστηκε το 470 π.Χ., αντικαθιστώντας παλαιότερο κτίσμα του 6ου αιώνα. Από αυτό το προνομιακό σημείο, με θέα που φτάνει από την ακτογραμμή των γειτονικών νησιών μέχρι και τα βουνά της Πελοποννήσου, θα απολαύσουμε ένα από τα ομορφότερα ηλιοβασιλέματα της ζωής μας.
Συνεχίζουμε από την παραλιακή και αφού θαυμάσουμε και περάσουμε τις παραλίες Τρατολίμανο, Καβάτζα, Κάτω Σούνιο, Ασημάκη, Λιμάνι Πασσά προχωράμε στην Ποσειδωνία, πρωτεύουσα του Αρχαίου Δήμου Σουνιέων. Στην αρχαιότητα υπήρξε σπουδαίος οικισμός. Σήμερα σώζεται η Αρχαία Αγορά του Δήμου, στη συμβολή των οδών Ποσειδώνος και Αγίου Στυλιανού. Ακόμα, διάσπαρτες βρίσκονται πολλές αρχαιότητες στην περιοχή, και στο “Βουνό του Μιχάλη”, λόφο που βρίσκεται στα βορειοδυτικά της Ποσειδωνίας. Τέλος, κατά μήκος των ακτών του όρμου Πασά, σώζονται πολυβολεία από την Κατοχή. Γενικά η περιοχή παρουσιάζει οικιστικό και τουριστικό ενδιαφέρον.
Προχωράμε να επισκεφθούμε το Λαύριο, γνωστό κατά τον 19ο αιώνα και ως Εργαστήρια Λαυρίου. Είναι μια κωμόπολη με λιμάνι, στο νοτιοανατολικό μέρος της Αττικής και έδρα του Δήμου Λαυρεωτικής. Είναι γνωστό από την κλασική αρχαιότητα για την εξόρυξη ασημιού, που ήταν μια από τις κύριες πηγές εισοδήματος της πόλης-κράτους της Αθήνας, για την παραγωγή νομισμάτων, “λαυρεωτικές γλαύκες” τα έλεγαν, και τη χρηματοδότηση του αθηναϊκού στόλου. Άλλωστε η ονομασία Λαύρ(ε)ιο προέρχεται από το λαύρα, λαύρη που σημαίνει τη στενωπό, το πέρασμα, τη μεταλλευτική στοά. Ο αρχαίος τρόπος εξόρυξης του μεταλλεύματος πραγματοποιείτο με τη διάνοιξη στοών και φρεάτων. Στοές, πηγάδια, δεξαμενές νερού, φούρνοι, ίχνη από κατοικίες, κοιλώματα και άλλες εγκαταστάσεις σώζονται σε δεκάδες σημεία της Λαυρεωτικής, ορατές ακόμη και σήμερα. Ειδικότερα, οι περιοχές της Σούριζας και του Θορικού εικάζεται ότι αποτελούν τις αρχαιότερες βιομηχανικές πόλεις της Ευρώπης.
Το Λαύριο υπήρξε, και στα νεότερα χρόνια, μια ανθηρή βιομηχανική πόλη. Η ανάπτυξη της περιοχής μετά το 1864 ήταν ραγδαία και άρχισε σταδιακά να οικίζεται η νέα πόλη του Λαυρίου. Μεγάλος αριθμός Ελλήνων εργατών προσελκύστηκε στην περιοχή όχι μόνο από τα Μεσόγεια, αλλά και από τις Κυκλάδες, την Κρήτη, τη Λακωνία, την Εύβοια, τη Βοιωτία, τη Φωκίδα, καθώς και πολλοί ξένοι εργάτες από την Μάλτα. Ο πληθυσμός της πόλης του Λαυρίου ξεπέρασε τους 10.000 κατοίκους στις αρχές του 20ου αιώνα. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, κατά το διάστημα 1922-1924, ένας μεγάλος αριθμός Μικρασιατών και Θρακών προσφύγων εγκαταστάθηκε στο Λαύριο και την ευρύτερη περιοχή της Λαυρεωτικής. Μετά την εγκατάσταση των προσφύγων αναπτύχθηκαν οι τομείς της γεωργίας και της αλιείας, καθώς και το εμπόριο, όμως μετά το οριστικό κλείσιμο των μεταλλείων (περίπου 1980) πέρασε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και αυξημένης ανεργίας.
Η σημερινή πόλη του Λαυρίου, κτισμένη εξ ολοκλήρου από το 1865 και μετά, με βάση άρτιο ρυμοτομικό σχέδιο, κοσμείται με μεγάλες πλατείες, άλση, ελεύθερους χώρους και πλήθος σημαντικών νεοκλασικών κτηρίων. Αξιόλογοι είναι και οι ναοί της, καθώς και τα αναστυλωμένα ιστορικά βιομηχανικά κτήρια που σήμερα στεγάζουν κυρίως πολιτιστικές δραστηριότητες. Τμήμα της πόλης έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός.
Επισκεπτόμαστε το Αρχαιολογικό Μουσείο Λαυρίου, που βρίσκεται στην είσοδο της πόλεως. Πρόκειται για ισόγειο κτήριο της δεκαετίας του 1970. Η έκθεση αναπτύσσεται σε δύο αίθουσες, το αίθριο και περιμετρικά του αιθρίου.. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Λαυρίου φιλοξενεί ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή της Λαυρεωτικής (Σούνιο, Θορικός) και από τα μεταλλευτικά – μεταλλουργικά εργαστήρια, αναδεικνύοντας πτυχές της ανθρώπινης ζωής και δραστηριότητας στην περιοχή, από το 5000 π.Χ. έως τον 6ο αι. μ.Χ. Σημαντική θέση στο Μουσείο κατέχουν οι ανάγλυφες πλάκες από τη ζωφόρο του ναού του Ποσειδώνα στο Σούνιο, καθώς και επιτύμβια και αναθηματικά ανάγλυφα από τους αρχαίους δήμους της Λαυρεωτικής
Συνεχίζουμε την περιήγησή μας, επισκεπτόμενοι το ορυκτολογικό μουσείο Λαυρίου. Εδώ εκτίθενται ορυκτά των μεταλλείων Λαυρίου και εξοπλισμός των μεταλλωρύχων που εργάστηκαν σε αυτά κατά το παρελθόν. Ιδρύθηκε το 1986 από την Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής, η οποία και αναστήλωσε το κτήριο, ένα χαρακτηριστικό δείγμα της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής του Λαυρίου του περασμένου αιώνα και ένα από τα λίγα απομεινάρια του εκπληκτικού βιομηχανικού συγκροτήματος των Πλυντηρίων μεταλλεύματος της «Ελληνικής Εταιρείας», που δυστυχώς κατεδαφίστηκε επί Δικτατορίας το 1970.
Είναι αφιερωμένο στην μνήμη του μεταλλειολόγου Ανδρέα Κορδέλλα, η επιστημονική εργασία του οποίου οδήγησε στην αναγέννηση των αρχαίων μεταλλείων του Λαυρίου στην σύγχρονη εποχή. Η συλλογή του Ορυκτολογικού Μουσείου Λαυρείου αποτελείται από μοναδικά σε σπανιότητα και ομορφιά ορυκτά της Λαυρεωτικής γης. Όλα είναι σε κρυσταλλικές μορφές με εντυπωσιακές λάμψεις και χρώματα. Στα εκθέματα του μουσείου περιλαμβάνονται και διάφορα εργαλεία των μεταλλωρύχων και μολύβδινες χελώνες που προορίζονταν για εμπόριο από τις μεταλλευτικές– μεταλλουργικές βιομηχανίες.
Προχωράμε για ένα πολύ ενδιαφέροντα περίπατο στο Τεχνολογικό και Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου. Ιδρύθηκε στη θέση της παλαιάς Γαλλικής Εταιρείας Λαυρίου το 1992, με πρωτοβουλία του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου στοχεύοντας στη φιλοξενία και προώθηση ερευνητικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Διαθέτει ενιαίο χώρο 245 στρεμμάτων, ο οποίος περιλαμβάνει 41 κτηριακές μονάδες συνολικού εμβαδού 25.000 τ.μ.. Μέχρι σήμερα, έχουν αποκατασταθεί 80 στρέμματα εγκαταστάσεων με αρκετά κτήρια, αναδεικνύοντας το ΤΠΠΛ ως μοναδικό μνημείο βιομηχανικής αρχαιολογίας και αρχιτεκτονικής. Οι εγκαταστάσεις του ΤΠΠΛ περιλαμβάνουν βιομηχανικούς, εργαστηριακούς και επαγγελματικούς χώρους υψηλής αισθητικής και αρχιτεκτονικής αξίας, οι οποίοι χτίσθηκαν στην πλειονότητά τους κατά τη χρονική περίοδο 1875-1940. Αποτελείται από κτήρια διοίκησης και εγκαταστάσεις, που εξακολούθησαν να λειτουργούν μέχρι το 1988. Τα βιομηχανικά κτήρια έχουν ανακατασκευαστεί συνδυάζοντας την ανάδειξη της ιστορικής μορφής με τη σύγχρονη λειτουργικότητα. Σήμερα στεγάζουν αρκετές νέες και καινοτόμες επιχειρήσεις, εργαστήρια του ΕΜΠ καθώς επίσης και ιδρύματα πολιτισμού και τέχνης. Ο χώρος έχει κηρυχθεί ενιαίο διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού
Προχωράμε προς τον Αρχαιολογικό Χώρο Θορικού. Ο χώρος κατοικήθηκε από τη Νεολιθική εποχή (περίπου 4500 π.Χ.) και χωρίς διακοπή μέχρι τον 1ο αιώνα π.Χ. Η θέση του αρχαίου δήμου βρισκόταν στο λόφο Βελατούρι, στην άκρη της πεδιάδας του σύγχρονου Θορικού, κοντά στη θάλασσα. Ο Θορικός ήταν ένας από τους 12 οικισμούς, που, σύμφωνα με την παράδοση, συμμετείχαν στην πολιτική ενοποίηση της Αθήνας από τον Θησέα. Λόγω της εγγύτητάς του με τα ορυχεία του Λαυρίου, ήταν το εξορυκτικό κέντρο της περιοχής. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως μέρος του προϊστορικού οικισμού, καθώς και ένα εκτεταμένο μέρος του ιστορικού δήμου, δηλαδή κατοικημένες συνοικίες, νεκροταφεία, το θέατρο και τη λεγόμενη «βιομηχανική συνοικία», μαζί με τα αρχαία ορυχεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εξόρυξη ορυχείων στο Θορικό χρονολογείται γύρω στο 3000 π.Χ.
Στο Αρχαιολογικό χώρο του Θορικού θα θαυμάσουμε το θέατρο, μοναδικό λόγω του σχήματος του, με οβάλ ορχήστρα. Χτίστηκε στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. και είναι το αρχαιότερο που έχει βρεθεί μέχρι στιγμής στην Ελλάδα. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα ορυχεία. Η αρχαία πόλη του Θορικού είναι μέρος της επικράτειας, που χαρακτηρίζεται από την παρουσία πλούσιων μεταλλευμάτων μόλυβδου, αργύρου και χαλκού. Η αρχιτεκτονική των στοών, τα ίχνη στους τοίχους και τα ευρήματα από τα τρία υπόγεια μεταλλεία του λόφου Βελατούρι, χρονολογούνται κυρίως σε τρεις διαφορετικές περιόδους: Τελική Νεολιθική / Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. και το 19ο και 20ο αιώνα μ.Χ. Το Ορυχείο Νούμερο 6 έχει επίσης αποδείξει την εκμετάλλευση των μεταλλευτικών πόρων κατά την Ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο, ιδιαίτερα τον 6ο και 7ο αιώνα μ.Χ.
Στον Αρχαιολογικό χώρο θα δούμε και τον πυρήνα του αρχαίου οικισμού του Θορικού, που βρισκόταν στη δυτική πλαγιά του λόφου Βελατούρι. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν την εικόνα μιας πυκνοκατοικημένης και ακμάζουσας πόλης του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ., με ιδιωτικά σπίτια, στοά και εργαστήρια. Εδώ θα βρούμε και τους μνημειακούς θόλους και θαλαμίσκους της μυκηναϊκής περιόδου (1600-1100 π.Χ.): οι οποίοι έδωσαν σημαντικά στοιχεία για τις δραστηριότητες εξόρυξης των ορυχείων εκείνη την περίοδο. Πριν φύγουμε, θα θαυμάσουμε και τον Ναό της Δήμητρας και της Κόρης, ένα μεγάλο μαρμάρινο κτίριο σε σχήμα διπλής στοάς και δωρικού ρυθμού. Χρονολογείται στον 5ο αιώνα π.Χ. και η αναγνώρισή του βασίστηκε σε επιγραφή που βρέθηκε επί τόπου.
Προχωράμε για να επισκεφθούμε τον Εθνικό Δρυμό του Σουνίου, που έχει έκταση πυρήνα 7500 στρέμματα. Ο συγκεκριμένος Δρυμός της Αττικής ιδρύθηκε το 1971 και είναι ο μικρότερος δρυμός της Ελλάδας αλλά και άγνωστος σε πολλούς. Για να βρεθούμε εδώ, θα ακολουθήσουμε από το Λαύριο τις πινακίδες για το χωριό Άγιος Κωνσταντίνος και στη συνέχεια εκείνες προς «Χάος» και «Αγία Τριάδα». Η διαδρομή είναι πανέμορφη, με θέα τη θάλασσα και με ήχους και μυρωδιές της εξοχής. Φτάνοντας εκεί έχουμε πολλές επιλογές, όπως το να περπατήσουμε και να δούμε στοές μεταλλείων του περασμένου αιώνα ή να απολαύσουμε τις ομορφιές της φύσης. Στον συγκεκριμένο Δρυμό υπάρχει και το λεγόμενο Χάος, ο άγνωστος κρατήρας στην Αττική, που έχει σχήμα καρδιάς. Συνεχίζουμε την περιήγησή μας στον οικισμό του Αγίου Κωνσταντίνου για να επισκεφθούμε το Ορυκτολογικό – Μεταλλευτικό Μουσείο. Διακρίνεται εύκολα, λόγω του σιδερένιου πύργου του μεταλλευτικού φρέατος. Το μεταλλευτικό φρέαρ Serpieri No 1, βάθους 165 μ., κατασκευάστηκε από τη Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου το 1880 και χρησιμοποιήθηκε για την εξαγωγή του μεταλλεύματος καθώς και για την μεταφορά του προσωπικού στα υπόγεια μεταλλεία εξόρυξης. Λειτουργούσε μέχρι το 1973 και είναι ένα από τα πιο σημαντικά μνημεία της περιοχής. Εκτός από τον ανυψωτικό πύργο, βλέπουμε το κτήριο όπου φιλοξενήθηκε ο κινητήρας κίνησης. και τώρα βρίσκεται το Ορυκτολογικό και Μεταλλευτικό Μουσείο Καμάριζας. Κάποιος μπορεί επίσης να δει τη γέφυρα για τη φόρτωση του μεταλλεύματος, καθώς και τμήματα των υπαίθριων αποθηκών όπου γινόταν η επιλογή του μεταλλεύματος.
Προχωράμε για έναν περίπατο στο Γεωπάρκο Λαυρεωτικής. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα εκτεταμένο ασφαλές δίκτυο γεω-διαδρομών που υποδεικνύουν συγκεκριμένα σημεία με γεωλογικό, ιστορικό, μεταλλευτικό, αρχαιολογικό και περιβαλλοντικό ενδιαφέρον. Μεταξύ άλλων περιλαμβάνει περίπου 1.000 μεταλλευτικές στοές και ισάριθμα φρεάτια, καθώς και πάνω από 40 γεωτόπους σπουδαίας επιστημονικής αξίας. Το γεωπάρκο της Λαυρεωτικής ανακηρύχθηκε επισήμως παγκόσμιο γεωπάρκο της UNESCO.2023
Ολοκληρώνοντας την περιήγησή μας γυρνάμε, μέσω Αναβύσσου, πίσω στο Λαγονήσι από όπου ξεκινήσαμε, χωρίς βεβαίως να παραλείψουμε να επισκεφτούμε ένα από τα δεκάδες κέντρα που υπάρχουν στην διαδρομή με φρέσκο ψαράκι. Αν ο χρόνος βεβαίως δεν επαρκεί, υπάρχουν δεκάδες φιλόξενα τουριστικά καταλύματα σε όλο το μήκος της διαδρομής, αρκεί βεβαίως να έχουμε προνοήσει εγκαίρως.
Λαγονήσι, Σαρωνίδα, Σούνιο, Λαύριο, Θορικό, Άγιος Κωνσταντίνος, Ανάβυσσος
Μία μεγάλη διαδρομή που υλοποίησή της απαιτεί τη χρήση ΙΧ αυτοκινήτου και βεβαίως μπορεί να διαρκέσει και περισσότερο από μία ημέρα αν ο επισκέπτης το επιθυμεί. Πρόκειται για ένα road trip στις νότιες παραλίες της Αττικής, στους ιστορικούς χώρους του Σουνίου και του Θορικού, στο Γεωπάρκο της Λαυρεωτικής και στον Εθνικό Δρυμό του Σουνίου. Η παραλιακή περιοχή αποτελεί αγαπημένο προορισμό ξεκούρασης και αναψυχής των Αθηναίων ενώ συνολικά η διαδρομή βρίθει μνημείων, εκκλησιών, αρχαιολογικών χώρων, παραλιών, κλπ. ενώ ο Εθνικός Δρυμός και το Γεωπαρκό εμπλουτίζουν σημαντικά την ταυτότητα της διαδρομής.
Η διαδρομή υλοποιείται μέσω των επόμενων τοπόσημων. Η σειρά των τοπόσημων σηματοδοτεί και την κατεύθυνση της διαδρομής.
Παρατήρηση: O προσανατολισμός και η ασφάλεια του περιπατητή/περιηγητή είναι αποκλειστικά δική του ευθύνη. Η παρούσα περιγραφή, τα σχετικά ίχνη (gpx) και το λοιπό ενημερωτικό υλικό είναι απλώς υποβοηθητικά. Ο πρέπων εξοπλισμός είναι απαραίτητος ανάλογα με τις