Η περιοχή χαρακτηρίζεται ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού κάλλους και προστατεύεται σε έκταση 1349,33 εκταρίων, συνολική περίμετρο 24,2 χιλ., με μέγιστο υψόμετρο τα 99 μ. Ένα άγριο, βραχώδες και ακατοίκητο νησί που εντυπωσιάζει από μακριά, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει ερευνηθεί πλήρως. Στους γκρεμούς του φωλιάζουν θαλασσοπούλια. Υπάρχει επίσης ένας μικρός εγκαταλειμμένος οικισμός. Από τα υψώματα του νησιού η θέα είναι υπέροχη προς την Ύδρα και την Αργολίδα.
Στην αρχαιότητα ονομαζόταν Απεροπία, λόγω της άπειρης θέας που της προσφέρει η στρατηγική της θέση, με αυτό το όνομα αναφέρεται και από τον Παυσανία. Την ονομασία Δοκός την απέκτησε κατά τη Βυζαντινή περίοδο, καθώς αποτελεί πέρασμα για την Ύδρα αλλά και για την Ερμιόνη, για τη δεύτερη μέσω του Βούπορθμου, όπως ονομαζόταν στην αρχαιότητα η σημερινή χερσόνησος Μουζάκι στην ηπειρωτική πλευρά του περάσματος.
Στην ανατολική του πλευρά υπάρχουν τα ερείπια ενός μεγάλου βυζαντινού-ενετικού κάστρου. Στα χρόνια της Επανάστασης του 1821 χρησιμοποιήθηκε από τον στόλο της Ύδρας σαν χειμερινό αγκυροβόλιο (όρμος Σκίντος). Σχεδόν σε όλη την έκτασή του υπάρχουν ελαιόδεντρα. Η Δοκός στην απογραφή του 2011 βρέθηκε να έχει 18 κατοίκους.
Το νησί σύμφωνα με αρχαιολογικές έρευνες είχε κατοικηθεί από την εποχή του χαλκού, πριν από 6.000 χρόνια. Λείψανα της εποχής εκείνης βρέθηκαν κατά μήκος όλης της παραλίας. Η πρωιμότατη κατοίκηση του Δοκού, τεκμαίρεται από την ίδρυση δύο μόνιμων εγκαταστάσεων της Πρωτοελλαδικής II περιόδου (2800-2300 π.Χ.) στη βόρεια ακτή της νήσου, επάνω στο Ακρωτήριο Μύτη Κομμένη και στη θέση Λέδεζα, ερμηνεύεται στο πλαίσιο της έντονης ναυτικής δραστηριότητας των φορέων του πρωτοελλαδικού πολιτισμού και της μεγάλης ακμής του θαλάσσιου εμπορίου στον χώρο του Αργοσαρωνικού και στο Μυρτώο πέλαγος, κατά το β’ μισό της 3ης χιλιετίας π.Χ. Το 1975 βρέθηκε κοντά στην ακτή το αρχαιότερο γνωστό ναυάγιο, χρονολογημένο μεταξύ 2500-2000 π.Χ. Το ναυάγιο αυτό συνιστά απτή μαρτυρία μείζονος σημασίας για την άσκηση ναυτιλίας στην ευρύτερη περιοχή. Εντοπισμένο σε μικρή απόσταση από τη νότια βραχώδη ακτή του Ακρωτηρίου Κομμένη, μεγάλο μέρος του οποίου ανελκύσθηκε και μελετήθηκε από το Ινστιτούτο Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών κατά τα έτη 1989-1992. Επάνω στο ίδιο ακρωτήριο, πολύ αργότερα, κατά τους ύστερους μυκηναϊκούς χρόνους, ακμάζει ένας οχυρωμένος οικισμός σημαντικής έκτασης, ενώ στη γειτονική Λέδεζα αναγνωρίζεται η ύπαρξη ισχυρού μυκηναϊκού περιβόλου, προορισμένου για την προστασία πηγής νερού και για τη συγκέντρωση των κοπαδιών.
Στα μέσα του 7ου αιώνα, επάνω σε υψηλό οχυρό λόφο, συγκροτείται καστροπολιτεία, στη βορειοανατολική πλευρά του Όρμου Σκίντου. Φαίνεται ότι δημιουργήθηκε από φυγάδες, προερχόμενους από τις γύρω περιοχές και υπολογίζεται ότι καταστράφηκε από τους Άραβες το φθινόπωρο του 673. Στη διάρκεια των αιώνων και μέχρι σήμερα, η Δοκός υπήρξε τόπος μόνιμης διαμονής βοσκών και αλιέων, αλλά και λατόμων. Ανατολικά του νησιού, απέναντι από την Ύδρα, σηματοδοτεί ο φάρος της νήσου Δοκός που κατασκευάστηκε το 1923. Το ύψος του πύργου του είναι 9 μέτρα και το εστιακό του ύψος είναι 23 μέτρα. Σήμερα η Δοκός περιμένει τους επισκέπτες της από τις Σπέτσες, την Ύδρα και την Ερμιόνη στα γαλαζοπράσινα νερά της, προσφέροντας μια μοναδική και γνήσια εμπειρία.