Η περιοχή χαρακτηρίζεται ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους και προστατεύεται σε έκταση 139,81 εκταρίων, συνολική περίμετρο 5 χιλ., με μέγιστο υψόμετρο τα 122 μ. και ελάχιστο τα 36,0 μ. Είναι μία μικρή κοιλάδα που διασχίζεται από ρεματιά με πλατάνια και εποχική ροή νερού. Οι πλαγιές σκεπάζονται από πεύκα και θάμνους της μεσογειακής μακίας. Κατά την αρχαιότητα η περιοχή περιβαλλόταν από πυκνά δάση και στη ρεματιά έτρεχε μόνιμα το ποταμάκι. Στα νεότερα χρόνια το μέρος είχε υποβαθμισθεί. Αναβαθμίσθηκε και πάλι μετά τις ανασκαφές και την περίφραξη του χώρου.
Το Αμφιαράειο του Ωρωπού βρίσκεται σε μια μικρή κοιλάδα νοτιοδυτικά της σκάλας Ωρωπού, το Μαυροδήλεσι, που τη διασχίζει ένα ξερό ποτάμι το οποίο οι αρχαίοι ονόμαζαν Χαράδρα. Το Αμφιαράειο ήταν το μεγαλύτερο στην αρχαία Ελλάδα ιερό του χθόνιου θεού και ήρωα του Άργους Αμφιαράου. Σε όλη την περίοδο της λειτουργίας του ήταν το εθνικό ιερό του Ωρωπού, μιας από τις παλαιότερες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας. Το Αμφιαράειο ιδρύθηκε στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. όταν ο Ωρωπός ήταν στα χέρια των Αθηναίων. Ο Αμφιάραος ανήκε στις θεότητες του κάτω κόσμου. Η ευτυχέστερη ίσως περίοδος της ιστορίας του Αμφιαραείου ήταν ο 3ος αιώνας π.Χ. και το πρώτο μισό του 2ου αιώνα π.Χ. (έως το 146 π.Χ.), οπότε ο Ωρωπός ήταν μέλος του Κοινού των Βοιωτών.
Ως λιμάνι με ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας της επικοινωνίας του με την Εύβοια, ο Ωρωπός υπήρξε αιτία διαμάχης ανάμεσα στους Βοιωτούς και τους Αθηναίους. Κατοίκηση στον Ωρωπό διαπιστώνεται από τη μεσοελλαδική εποχή στη θέση Νέα Παλάτια. Κεραμικά λείψανα της μεσοελλαδικής, της μυκηναϊκής, της πρωτογεωμετρικής, της γεωμετρικής και της αρχαϊκής περιόδου προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή του Ωρωπού. Μέχρι και το τέλος της αρχαϊκής εποχής η πόλη πρέπει να βρισκόταν υπό την επίδραση, αν όχι κατοχή της Ερέτριας. Γύρω στο 506 π.Χ. μετά τη νικηφόρα εκστρατεία των Αθηναίων κατά των Βοιωτών ή λίγο αργότερα μετά τα μηδικά, ο Ωρωπός περιήλθε στην κατοχή της Αθήνας. Από κάποιο λόγο του ρήτορα Λυσία μαρτυρείται πως ο Αθηναίος Πολύστρατος ήταν διοικητής του Ωρωπού πριν από το 411 π.Χ. Οι κάτοχοι της πόλης εναλλάσσονται για μεγάλο διάστημα, ενώ μετά το 367/366 π.Χ. περίπου και για αρκετά χρόνια φαίνεται ότι απέκτησε την αυτονομία της.
Μεγάλο γεγονός για την πόλη υπήρξε η ίδρυση του Αμφιαραείου στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. Από τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. και έως το 338 π.Χ. (μάχη Χαιρώνειας) το Αμφιαράειο οργανώνεται και η φήμη του απλώνεται στην Ελλάδα. Κτίζονται σε αυτό κτίρια και στήνονται αγάλματα. Το ιερό φαίνεται να λειτουργεί με βάση σταθερό κανονισμό. Σύμφωνα με έναν κατάλογο με ονόματα νικητών εκείνης της εποχής, κάθε χρόνο διοργανώνονταν αγώνες, τα Αμφιαράεια τα Μικρά και κάθε πέμπτο χρόνο τα Αμφιαράεια τα Μεγάλα. Τα Αμφιαράεια τα Μεγάλα περιελάμβαναν μουσικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες στους οποίους έπαιρναν μέρος αθλητές, λόγιοι και ηθοποιοί απ’ όλη την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Μικρά Ασία.
Από το 338 π.Χ. έως τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. μεσολαβεί περίοδος διαφόρων μεταβολών. Ο Φίλιππος της Μακεδονίας ή ο γιος του, Αλέξανδρος, παραχωρεί τον Ωρωπό στους Αθηναίους. Οι Αθηναίοι αναδιοργανώνουν τις γιορτές και τους αγώνες του ιερού, προσφέρουν αφιερώματα στον Αμφιάραο και κατασκευάζουν κτίρια. Το 313 π.Χ. τον Ωρωπό κυριεύει ο στρατηγός του Αντίγονου του Μονόφθαλμου Πτολεμαίος. Το 287 π.Χ. ο Ωρωπός γίνεται μέλος του Κοινού των Βοιωτών και επακολουθεί άνθηση του Αμφιαραείου που διαρκεί έως το 146 π.Χ. Στο ιερό του προσέρχονται τώρα πλήθη ανθρώπων απ’ όλα τα μέρη του ελληνικού κόσμου, τα νησιά και τη Μικρά Ασία. Πολλές είναι και οι δωρεές και οι ευεργεσίες που δέχεται το ιερό. Τα λιμάνια του κράτους -Σκάλα και Δελφίνιο όπως ονομάζονται σήμερα- όπου αποβιβάζονταν οι προσκυνητές του ιερού συνέβαλαν στη αύξηση των εσόδων του Ωρωπού. Μεγάλοι μονάρχες της Ανατολής όπως ο Πτολεμαίος Δ’ ο Φιλοπάτωρ ευνοούν υλικά τη μικρή πόλη-κράτος.
Κατά τη Ρωμαιοκρατία (από το 146 π.Χ.) ο Ωρωπός είναι «αυτόνομος». Άνθηση του ιερού κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. οφείλεται στην ευεργεσία του Ρωμαίου στρατηγού Σύλλα. Στις αρχές του 1ου αι. μ.Χ. στα χρόνια του Αυγούστου, ο Ωρωπός γίνεται πλέον οριστικά κτήση της Αθήνας. Αναθηματικές επιγραφές των πρώτων χριστιανικών χρόνων που βρέθηκαν στο Αμφιαράειο μας πληροφορούν ότι οι Αθηναίοι προσφέρουν αφιερώματα στον τιμώμενο θεό του ιερού. Η λατρεία του Αμφιαράου έσβησε με την επικράτηση του Χριστιανισμού.
Οι νεότεροι περιηγητές έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για το ιερό. Ο Leake, γνώστης του αρχαίου κόσμου, έδωσε σωστές πληροφορίες για το Ιερό του Αμφιαραείου. Κατά το 19ο αι. και άλλοι περιηγητές ενδιαφέρθηκαν για την ανακάλυψη και τη μελέτη του ιερού. Το 1884 ξεκίνησε η συστηματική ανασκαφή του ιερού από την Αρχαιολογική Εταιρεία με τον Βασίλειο Λεονάρδο. Η ανασκαφή διήρκεσε με διαλείμματα έως το 1929 και αποκάλυψε τα ερείπια μνημείων στο Μαυροδήλεσι και πολλές επιγραφές που είναι πολύτιμες για τις πληροφορίες που περιέχουν.